Στην εκπομπή CNN Now με την Αμαλία Κάτζου φιλοξενήθηκε νωρίτερα σήμερα ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ–Προοδευτική Συμμαχία – GUE/NGL, Κώστας Αρβανίτης. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο ευρωβουλευτής αναφέρθηκε εκτενώς στην διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και την Ευρώπη συνολικά, την επόμενη μέρα στα εργασιακά αλλά και την άμεση και επιτακτική ανάγκη στήριξης του ΕΣΥ και τη κοινωνίας, στις δύσκολες μέρες της πανδημίας.
Για τις εξελίξεις στον κόσμο εν μέσω Covid19:
«Με αφορμή την πανδημία, παρατηρούμε κρίση ανάμεσα στις δύο «σχολές» της πολιτικής: τη Δεξιά και την Αριστερά. Το δικό μας αφήγημα έχει εστιάσει την πολιτική του στον άνθρωπο. Το αφήγημα της Δεξιάς, στην οικονομία. Μπορούμε να δούμε πώς κινήθηκε ο Τραμπ, ο Μπόρις Τζόνσον, αλλά και πολλές χώρες της ΕΕ, που έκλεισαν τα σύνορα όχι μόνο σε ανθρώπους αλλά και στη διακίνηση προϊόντων».
Για την διαχείριση της κρίσης από την Ευρώπη:
«Είμαστε φίλοι της Ευρώπης. Αλλά για ποια Ευρώπη μιλάμε; Αυτή τη στιγμή στην ΕΕ υπάρχουν δύο κόσμοι που συγκρούονται βίαια. Ο κύριος Μητσοτάκης, ορθώς, υπογράφει μαζί με τους άλλους οκτώ ηγέτες για ευρωομόλογο. Πριν 5 χρόνια όμως, η ελληνική κυβέρνηση, με άλλο πρωθυπουργό, ζητούσε κάτι ανάλογο, και πολλοί φίλοι του κ. Μητσοτάκη φώναζαν “Γερούν γερά”. Δεν αισθανόμαστε σε καμία περίπτωση δικαίωση. Αντίθετα, προβληματιζόμαστε γιατί παραμένει ο σκληρός πυρήνας της Γερμανίας και των φίλων της ως κυρίαρχη αντίληψη στην ΕΕ. Η Ένωση δεν κινδυνεύει από διάλυση. Κινδυνεύει να συρρικνωθεί. Να γίνει αυτό που έλεγε τότε ο Σόιμπλε στον Τσίπρα: “Πάρε τα λεφτά και φύγε”».
Με αφορμή τον προβληματισμό της κ. Κάτζου για την επέλαση της ακροδεξιάς στην ΕΕ:
«Τα κόμματα που βρίσκονται στα πράγματα στην ΕΕ δυστυχώς δε φοβήθηκαν ποτέ το μαύρο τρένο της ακροδεξιάς. Το κόκκινο φοβόντουσαν, και το κόκκινο φοβούνται. Τα κόμματα υπάρχουν γιατί εκφράζουν διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετικές τάξεις. Με άλλη τάξη είναι η Αριστερά, με άλλη η Δεξιά. Αυτό έχει να κάνει με την αλλαγή στη διανομή του πλούτου, και η ακροδεξιά, λοιπόν, είναι η εμπροσθοφυλακή της Δεξιάς και των συμφερόντων της. Στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ποιοι χρηματοδότησαν τον Χίτλερ; Εταιρίες με συγκεκριμένα συμφέροντα, που εκπροσωπούν μια συγκεκριμένη τάξη και που βρίσκονται ακόμα και σήμερα στα πράγματα. Ποιοι πριμοδοτούν σήμερα αυτή την πολιτική στην ΕΕ; Κάποιοι μπορεί να θέλουν μια συρρικνωμένη ΕΕ της Κεντρικής Ευρώπης και των συμμάχων της. Όμως, έχουμε περάσει έναν 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, και η Ιστορία δε γίνεται να επαναλαμβάνεται σαν φάρσα».
Στη συνέχεια, σχολίασε τον ισχυρισμό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «είναι στα κάγκελα» με τα μέτρα της κυβέρνησης:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι στα κάγκελα. Και λόγω του θεσμικού του ρόλου, σε μια κρίση που αντιμετωπίζει η πατρίδα και οι πολίτες, δε θα μπορούσε να είναι στα κάγκελα. Αυτή τη μάχη τη δίνουμε όλοι μαζί. Και καλά θα κάνει ο κύριος Μητσοτάκης να σταματήσει με το “εγώ” του. Εδώ έχουμε κοινοβουλευτική δημοκρατία και είμαστε με το “εμείς”. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιωματική αντιπολίτευση και οφείλει, όπως και τα άλλα κόμματα – που έχουν εξαφανιστεί από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης- να ασκήσει πίεση και να κάνει προτάσεις για το καλό του πληρώματος, στο δύσκολο ταξίδι που διανύουμε».
«Να μη γίνει η κρίση ευκαιρία!», τόνισε ακόμη ο ευρωβουλευτής:
«Σε καμία περίπτωση η τραγωδία που ζούμε σήμερα δεν πρέπει να γίνει ευκαιρία για την επόμενη μέρα. Η πανδημία κάποια στιγμή θα τελειώσει. Σε δύο, σε τρείς μήνες. Να είμαστε όλοι υγιείς, να μένουμε σπίτι, να είμαστε προσεκτικοί αναγνωρίζοντας την κοινωνική μας ευθύνη, και κάποια στιγμή θα τελειώσει. Όμως τί θα βρούμε μετά; Οι αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση, αποσπασματικά και τμηματικά, δε δείχνουν πραγματικό όραμα για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Γι’ αυτό και κάθε τρεις μέρες έχουμε νέα δέσμη μέτρων. Αυτό γίνεται ή για επικοινωνιακούς λόγους – για να βγαίνει ο κύριος Μητσοτάκης και οι Υπουργοί και να εξαγγέλλουν – ή πρόκειται πραγματικά για το μαρτύριο της σταγόνας», εκφράζοντας και τους προβληματισμούς του για τα εργασιακά: «Δυστυχώς, αφήνεται ανοιχτός ο δρόμος για το τί μέλλει γενέσθαι με τους εργαζόμενους την επόμενη μέρα Τί θα γίνει με τους εργαζόμενους που δουλεύουν σε καθεστώς υποδηλωμένης ή αδήλωτης εργασίας; Τί θα γίνει με τις συλλογικές συμβάσεις; Ο κόσμος που θα ξημερώσει όταν βγούμε από τα σπίτια μας θα είναι πολύ διαφορετικός απ’ αυτόν που αφήσαμε μπαίνοντας στα σπίτια μας. Να σημειωθεί ότι πριν 4 μήνες άρχισε να ετοιμάζεται στην ΕΕ χάρτα δικαιωμάτων όσων εργάζονται με τηλεργασία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα της Αριστεράς, οφείλει να τα φωτογραφίζει και να τα λέει αυτά. Ζητάμε να μπουν στις ευνοϊκές ρυθμίσεις όλοι οι εργαζόμενοι από όλους τους κλάδους. Τί θα γίνει με τον επισιτισμό; Τί θα γίνει με τους ξενοδοχοϋπαλλήλους που ήταν να πιάσουν δουλειά αλλά τώρα δε θα πιάσουν; Πώς θα ζήσουν οι άνθρωποι που δεν δικαιούνται το επίδομα των 800 ευρώ;»
Ειδικά για τους επιστήμονες και το ζήτημα των voucher:
«Η κυβέρνηση προσέβαλε τους επιστήμονες βάζοντάς τους σε voucher. Ύστερα από πιέσεις συνδικάτων, σωματείων και φυσικά του ΣΥΡΙΖΑ – ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε και με τους δικηγόρους και με τους μηχανικούς – έρχεται με νέα δέσμη μέτρων να τους εντάξει στα μέτρα. Όμως από τον Μάιο, και με εισοδηματικά κριτήρια. Ποιας χρονιάς; Με τα περσινά; Γιατί φέτος, λόγω της κρίσης του κορωνοϊού, το εισόδημά τους, όπως και οι ανάγκες τους, μπορεί να διαφέρει. Η κρίση είναι σήμερα, τώρα, και η κυβέρνηση οφείλει να είναι πιο ευέλικτη».
Για το «μαξιλάρι» και το αν πρέπει να αξιοποιηθεί, ο ευρωβουλευτής ήταν κάθετος:
«Πρέπει να αξιοποιηθεί το δημοσιονομικό μαξιλάρι· το ποσοστό επί του ΑΕΠ που δίνεται αυτή τη στιγμή για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι χαμηλό σε σχέση με την ΕΕ. Το «σταγόνα-σταγόνα» δεν βοηθάει, πρέπει να στηριχθεί άμεσα η κοινωνία, για να μείνει όρθια. Ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, μνημόνια που έθρεψαν άλλοι, και συγκεκριμένοι, και η χώρα πήγε σε εκλογές καθαρή. Οι όποιες δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας, είναι απόρροια της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην επιτακτική ανάγκη στήριξης του ΕΣΥ:
«Η κυβέρνηση οφείλει να στηρίξει το ΕΣΥ, χωρίς άλλες καθυστερήσεις. Οι 2500 χιλιάδες προσλήψεις πάνε κι έρχονται από τον Ιούνιο. Πρέπει να επιταχθούν ιδιωτικές θεραπευτικές μονάδες, όχι εν μέσω κρίσης να παίρνουν οι κλινικάρχες το διπλάσιο της τιμής για μία ΜΕΘ. Αυτά είναι τα χρήματα του ελληνικού λαού, δεν γίνεται κάποιοι να πλουτίσουν από αυτά. Δεν είναι δυνατόν να ξαναζήσουμε το ΚΕΕΛΠΝΟ και να δίνονται εκατομμύρια στα ΜΜΕ για διαφημιστικά σποτάκια. Αυτό είναι δώρο, και μάλιστα επιλεκτικό, δεν είναι κάποιο γενικότερο πρόγραμμα στήριξης του Τύπου. Πρέπει να τα συζητάμε αυτά».
Για τη βαριά χθεσινή απώλεια του Μανώλη Γλέζου, ο Κ. Αρβανίτης δήλωσε πως «Όλοι όσοι ανήκουν στο δημοκρατικό τόξο χωρίς να είναι κατ’ ανάγκη αριστεροί, αλλά αγαπούν τη δημοκρατία, και σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, έχουν ένα σφίξιμο στην καρδιά, από τότε που έμαθαν ότι έφυγε ο Μανώλης. Ο Μανώλης, εκτός από πολλά χρόνια στη φυλακή, είχε καταδικαστεί 3 φορές σε θάνατο. Ο Μανώλης ήταν ένας εξαιρετικός δήμαρχος στην Νάξο, στην Απείρανθο, με μια σπάνια στα αυτοδιοικητικά λογική. Ήταν ευρωβουλευτής, για λίγο, αλλά η κληρονομιά που άφησε είναι βαριά.
Κάποιοι είχαμε την τύχη να έρθουμε σε μια επαφή μαζί του, να πούμε δυο κουβέντες και να πιούμε ένα κρασί. Να μας «μαλώσει» και να μας νουθετήσει, με τον δικό του τρόπο. Και να μην ξεχνάμε, ο Μανώλης έθεσε στο τραπέζι ένα μεγάλο ζήτημα, που δεν πρέπει να ξεχνάμε: το χρέος. Με τη σημερινή κατάσταση, η κυβέρνηση πρέπει να φέρει επιτακτικά, σε αυτές τις νέες συνθήκες το ζήτημα του χρέους».
Ο Κώστας Αρβανίτης αναφέρθηκε και στον ρόλο των μικρότερων/διαδικτυακών ΜΜΕ, στη διαφύλαξη των κεντρικών αξιών της δημοσιογραφίας:
«Έχει πολύ μεγάλη σημασία να υπάρχουν δίαυλοι όπως αυτός, το CNN Greece. Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, ίσως το μεγαλύτερο, έχει πλέον στραφεί σε αυτού του είδους την ενημέρωση, μακριά από τα μεγάλα συστημικά ΜΜΕ. Και όταν η ενημέρωση αυτή έχει σοβαρές υπογραφές, όπως του CNN, αυτό δίνει μια άλλη αξία στη δουλειά μας. Δεν πρέπει να επιτραπεί να απαξιωθεί άλλο ο ρόλος του δημοσιογράφου. Οι καλές ειδησεογραφικές παρεμβάσεις στον χώρο του διαδικτύου έχουν σήμερα την ευκαιρία να μας δείξουν έναν άλλον δρόμο», ενώ άσκησε δριμεία κριτική στον τρόπο με τον οποίον τα συστημικά ΜΜΕ καλύπτουν τις εξελίξεις σχετικά με την πανδημία του COVID19: «Όσο ο Πολάκης και ο Ξανθός ήταν στο Υπουργείο Υγείας, οι κάμερες των καναλιών ήταν συνέχεια στα νοσοκομεία. Τώρα πλέον, τα ίδια κανάλια δεν δίνουν χρόνο σε γιατρούς και νοσηλευτές που βγάζουν κραυγή αγωνίας. Βλέπουμε μόνο τους Υπουργούς που γυρνάνε στα κανάλια, και δημοσιογράφους που το μόνο που κάνουν είναι να συμφωνούν μαζί τους. Δεν πρέπει να είναι έτσι τα πράγματα, η κρίση δεν είναι ευκαιρία για να περάσουμε σε καθεστωτική λογική».
Τέλος, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν παρέλειψε να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση για την απροθυμία της σε πολλές περιπτώσεις να λάβει τα απαραίτητα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι κάποιες κινήσεις έγιναν έγκαιρα:
«Τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση είναι ορθά, αλλά σε πολλά καθυστέρησε αδικαιολόγητα. Δείτε το θέμα των εκκλησιών: Και τί δεν ακούσαμε; Ότι είμαστε άθεοι και αντίχριστοι, επειδή λέγαμε ότι δεν νοείται να γίνεται η μετάληψη σε αυτή τη λογική. Από την άλλη, σε κάποια θέματα προχώρησε έγκαιρα. Η απόφαση που έλαβε λ.χ. για το καρναβάλι ήταν κα σωστή και έγκαιρη. Από την άλλη δίστασε πολύ για το αν θα σταματούσε ή όχι το ποδόσφαιρο και για το τι θα γίνει με τις εκκλησίες· και κακώς».